Σκάνδαλο Ζίμενς: «Οι μίζες ήταν απαραίτητες», λέει ο Σίκατσεκ
Ένα δίκτυο μαύρου χρήματος που απλωνόταν σε πολλές χώρες του κόσμου με offshore μυστικούς λογαριασμούς και ντόπιους «συμβούλους επιχειρήσεων». Η Ζίμενς είχε αναπτύξει μια κανονική βιομηχανία μίζας για να εξασφαλίζει συμβόλαια και σήμερα συγκλονίζεται από ίσως το μεγαλύτερο σκάνδαλο στη σύγχρονη επιχειρηματική ιστορία.O Ράινχαρντ Σίκατσεκ μισοκοιμόταν στο κρεβάτι του όταν χτύπησε το κουδούνι του. Άνοιξε την πόρτα φορώντας τις πιζάμες του. Απέναντί του στέκονταν έξι αστυνομικοί κι ένας εισαγγελέας. «Ξέρω περί τίνος πρόκειται. Σας περίμενα», τους είπε ο άνθρωπος που θα γινόταν αργότερα γνωστός ως ο διαχειριστής των μαύρων ταμείων της Ζίμενς. Κάπως έτσι άρχισε πριν από δυο χρόνια η αποκάλυψη του σκανδάλου. Οι μίζες της γερμανικής εταιρείας βρήκαν πρόθυμες τσέπες σε πολλές χώρες, από το Βιετνάμ και τη Βενεζουέλα, τη Νιγηρία και την Κίνα μέχρι την Ιταλία, το Ισραήλ, τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Ρωσία και την Αργεντινή. Σύμφωνα με τη μη κερδοσκοπική οργάνωση Τransparency Ιnternational, η Ζίμενς έδινε συχνότερα μίζες στο Αφγανιστάν, την Αϊτή, το Ιράκ, τη Μιανμάρ και τη Σομαλία.
Η Ζίμενς καλείται σήμερα να καταβάλει περίπου 1,6 δισ. δολάρια σε πρόστιμα που της επιβλήθηκαν στη Γερμανία και τις ΗΠΑ. Σύμφωνα με τον Σίκατσεκ, οι δωροδοκίες ήταν απαραίτητες για να διατηρηθεί αλώβητη η ανταγωνιστικότητα της εταιρείας στο εξωτερικό. Έτσι ανέλαβε ο ίδιος να στήσει ένα δίκτυο μυστικών λογαριασμών στο Λιχτενστάιν και την Ελβετία όπου οι νόμοι για το τραπεζικό απόρρητο εγγυώνται μεγαλύτερη ανωνυμία και κάλυψη. Όλα αυτά, πάντως, μετά το 1999. Γιατί μέχρι τότε ο γερμανικός φορολογικός κώδικας δεν θεωρούσε αδίκημα τη δωροδοκία ενός ξένου αξιωματούχου. Οι μίζες θεωρούνταν, μάλιστα, έξοδα της εταιρείας και απαλλάσσονταν από τη φορολογία. Τον Φεβρουάριο του 1999 η Γερμανία υπέγραψε μαζί με τις περισσότερες βιομηχανικές χώρες τη διεθνή συνθήκη, η οποία έθετε εκτός νόμου τη δωροδοκία στο εξωτερικό. Στα τέλη του 2002, πέντε ανώτερα στελέχη της εταιρείας συναντώνται σε ένα τυπικό βαυαρικό εστιατόριο. Αυτό που απασχολεί τα πέντε στελέχη, είναι πώς θα καλύψουν την παράνομη πια δραστηριότητα της εταιρείας, εξασφαλίζοντας παράλληλα ότι οι μίζες δεν θα καταλήγουν στις τσέπες υπαλλήλων της. Το πρόσωπο που επιλέγουν είναι ο Ράινχαρντ Σίκατσεκ, ένα μεσαίο στέλεχος της Ζίμενς, γνωστό στους διαδρόμους για την εντιμότητά του, την πίστη του στην επιχείρηση και την εμπειρία του στα λαδώματα.
«Απαραίτητο»!
Αν και ο Σίκατσεκ δεν έδειξε μεγάλη προθυμία να αναλάβει τη δουλειά που του προσφέρθηκε εκείνο το βράδυ, θεωρούσε το στήσιμο του δικτύου απαραίτητο- «διαφορετικά η εταιρεία θα οδηγείτο στην καταστροφή». Από τότε, είχε στη διάθεσή του κάθε χρόνο ένα κονδύλι 40-50 εκατ. δολαρίων για δωροδοκίες. Μόνο για την Ελλάδα ο ετήσιος προϋπολογισμός ήταν 15 έως 20 εκατ. δολάρια. Οι μίζες έφταναν έως και το 40% του συμβολαίου ειδικά στις πιο διεφθαρμένες χώρες. Συνήθως κινούνταν ανάμεσα στο 5% και το 6% της αξίας του συμβολαίου.
ΤΑ ΠΟΣΟΣΤΑ
Οι μίζες κινούνταν ανάμεσα στο 5% και το 6% της αξίας του συμβολαίου αλλά έφταναν έως και το 40% στις πιο διεφθαρμένες χώρες
Οι κατάλληλοι άνθρωποι στην κατάλληλη θέση
ΠΩΣ ΕΦΤΑΝΑΝ ΟΙ ΜΙΖΕΣ στα κατάλληλα χέρια; Η πιο κοινή μέθοδος ήταν η πρόσληψη ενός συμβούλου επιχειρήσεων. Αυτός συνήθως, ήταν κάποιος ντόπιος που είχε διασυνδέσεις με τους τοπικούς κυβερνητικούς αξιωματούχους. Μέχρι στιγμής, οι αμερικανικές αρχές και το δικηγορικό γραφείο Ντεμπεβουάζ, που προσέλαβε η ίδια η Ζίμενς στο πλαίσιο της εσωτερικής της κάθαρσης, έχουν μιλήσει με περισσότερα από 1.700 πρόσωπα σε 34 χώρες κι έχουν συγκεντρώσει περισσότερα από 100 εκατομμύρια έγγραφα. Ο Ράινχαρντ Σίκατσεκ, πάντως, δεν θεωρεί ότι η Ζίμενς αποτελεί μια ιδιαίτερη περίπτωση. «Μίζες και διαφθορά υπάρχουν σε πολλές χώρες. Ο κόσμος λέει για τη Ζίμενς ότι ήμασταν άτυχοι και ότι παραβιάσαμε την 11η εντολή», λέει. «Η 11η εντολή είναι: Ου συλληφθείς».
ΠΗΓΗ: ΤΑ ΝΕΑ